Κυριακή 31 Μαρτίου 2013

Κυριακή Β’ Νηστειῶν) «Λάμψον ἡμῖν Κύριε τό τῆς σῆς θεογνωσίας ἀκήρατον φῶς». Τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Πατρῶν κ.κ. ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ



(Κυριακή Β’ Νηστειῶν)
«Λάμψον ἡμῖν Κύριε τό τῆς σῆς θεογνωσίας ἀκήρατον φῶς».


Τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Πατρῶν
                                                                   κ.κ. ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ

            Τήν δευτέρα Κυριακή τῶν Νηστειῶν ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία τιμᾶ τήν μνήμη τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, ὁ ὁποῖος ἀνεδείχθη υἱός τοῦ ἀνεσπέρου φωτός, διαπρύσιος κῆρυξ τῆς εὐσεβείας, ὑπερασπιστής τῶν τῆς Ἐκκλησίας δογμάτων καί ὑπέρμαχος τῶν ἱερῶς Ἡσυχαζόντων.
            Αὐτός ὁ ἱερός πατήρ καί μέγας φωστήρ καί διδάσκαλος τῆς Ἐκκλησίας, ἐγεννήθη στήν Κωνσταντινούπολη περί τό ἔτος 1296, ἀπό ἐναρέτους καί εὐγενεῖς γονεῖς, τόν Κωνσταντῖνο καί τήν Καλλονή. Ἐκ νεότητός του ἐσπούδασε στήν εὐσέβεια καί ἐπέλεξε ἀντί τῆς κοσμικῆς καί προσκαίρου γνώσεως καί σοφίας, τήν κατά Θεόν «μυστικήν θεωρίαν». Συναναστρεφόμενος μέ ἀσκητάς καί θεουμένους ἀνθρώπους, κατέστη ἀγωνιστής τόσο στήν πράξη, ὅσο καί στήν θεωρία.
            Ὁ θεοειδής αὐτός Ἱεράρχης καί τοῦ φωτός τοῦ θείου ἐκφάντωρ, ἀνεδείχθη Ποιμήν τῆς Θεσσαλονίκης, συγγραφεύς μέγας καί ἀγωνιστής ἐναντίον τῆς πλάνης τοῦ δολίου Βαρλαάμ τοῦ Καλαβροῦ, τοὐτέστιν αὐτοῦ τούτου τοῦ πνεύματος τῆς Δύσεως, τό ὁποῖο ἦτο καί εἶναι πνεῦμα πλάνης καί ἐκκοσμικεύσεως.
            Ἐπειδή κατά τήν διάρκεια τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, ἐξαιρέτως τιμᾶται ἡ Θεοτόκος, στήν ὁποία κάθε Παρασκευή ψάλλομε τούς Χαιρετισμούς, καί ἐπειδή ὁ ἱερός Γρηγόριος μέ θέρμη ψυχῆς ἐζήτησε ἀπό τόν Θεό τόν θεῖο φωτισμό, διά πρεσβειῶν κυρίως τῆς Θεοτόκου, θά ἀναφερθοῦμε σέ αὐτό τό θέμα καί στό πῶς ὁ ἄνθρωπος γίνεται θεατής τοῦ Ἀκτίστου Φωτός τοῦ Θεοῦ.
            Ἀπό μικρός ὁ Ἅγιος συνήθιζε προτοῦ μελετήσῃ κάποιο κείμενο, νά κάμῃ τρεῖς μετάνοιες καί θερμή προσευχή ἔμπροσθεν τῆς Ἱερᾶς Εἰκόνος τῆς Θεοτόκου, ὥστε νά φωτίζεται ὁ νοῦς του, προκειμένου νά κατανοῇ καί νά ἀποστηθίζῃ τά ἱερά κείμενα.
             Ἐκεῖνο ὅμως τό περιστατικό, τό ὁποῖο ἐξόχως δεικνύει τήν θαυμαστή χάρη τοῦ Θεοῦ πρός τόν ἱερό Γρηγόριο, διά πρεσβειῶν τῆς Κυρίας Θεοτόκου, εἶναι τό παρακάτω.
            Ἀγωνιζόμενος στό Ἅγιον Ὅρος, κατά τό δεύτερο ἔτος τῶν μοναχικῶν ἀγώνων του, μέ ἀγρυπνίες, νηστεῖες καί προσευχές, μέ συγκέντρωση καί φυλακή τοῦ νοός, προέβαλε τήν Θεοτόκο ὡς ὁδηγό καί μεσίτρια, καί ζητοῦσε μετά δακρύων τήν βοήθειά της, κραυγάζων «Φώτισόν μου τό σκότος, φώτισόν μου τό σκότος...».
            Ἐνῷ, λοιπόν, κάποια ἡμέρα εἶχε προσηλωμένο τόν νοῦ καί τήν καρδιά του στόν Θεό, αἴφνης παρουσιάσθη ἐνώπιόν του ἀνήρ σεμνοπρεπής καί σεβάσμιος, μέ πρόσωπο ἱλαρό καί γαλήνιο βλέμμα. Ἦτο ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος, ὁ ἠγαπημένος μαθητής τοῦ Κυρίου, ὁ ὁποῖος τοῦ εἶπε:
«Ἦλθον, τέκνον, ἀπεσταλμένος ἀπό τήν ἁγιωτέραν τῶν ἁπάντων καί Βασίλισσαν τῶν Οὐρανῶν, διά νά σέ ἐρωτήσω, διά ποίαν αἰτίαν ἀνά πᾶσαν στιγμήν κραυγάζεις “Φώτισόν μου τό σκότος, φώτισόν μου τό σκότος!”»
            Βλέπων τό θαῦμα ὁ Γρηγόριος, ἀπεκρίθη στόν ἅγιο ἐπισκέπτη:
«Καί τί ἄλλο πρέπει νά ζητῶ ἀπό τόν Θεό ἐγώ, ὅστις εἶμαι ἐμπαθής καί πλήρης ἁμαρτιῶν, παρά νά ἐλεηθῶ καί νά φωτισθῶ διά νά γνωρίζω τό θέλημά του καί νά τό ἐκτελῶ;».
            Ὁ ἱερός Εὐαγγελιστής ἀπεκρίθη: «Ἡ Δέσποινα τῶν ἁπάντων ὁρίζει νά εἶναι βοηθός σου, καί ἐπίσης ἐγώ ὁ δοῦλος της νά σέ βοηθῶ».
            Ἐρωτᾶ ὁ θεῖος Γρηγόριος: «Καί ποῦ πρόκειται νά μέ βοηθῇ ἡ Μήτηρ τοῦ Κυρίου μου; Εἰς τήν παροῦσαν ζωήν, ἤ εἰς τήν μέλλουσαν;».
            Ἀπεκρίθη ὁ Θεολόγος: «Καί εἰς τήν παροῦσαν ζωήν καί εἰς τήν μέλλουσαν».
            Ταῦτα εἶπεν ὁ θεῖος Ἰωάννης, καί ἀφοῦ ἐπλήρωσε χαρᾶς καί εὐφροσύνης τήν καρδία τοῦ Γρηγορίου, ἄφαντος ἐγένετο ἀπ’ αὐτοῦ.
            ● Καθώς καί ἐμεῖς ἀγωνιζόμεθα τόν ἱερό πνευματικό μας ἀγῶνα καί ἀντιλαμβανώμεθα, ὅτι τά σκοτάδια ἐνώπιόν μας, γύρω μας, ἀλλά καί ἐντός μας εἶναι τόσο πυκνά, ὑψώνoμε φωνή ἱκεσίας πρός τόν Πανοικτίρμονα Θεό: «Φώτισόν μου τό σκότος, φώτισόν μου τό σκότος...». Στήν τόσο δύσκολη καί οὐχί ἄνευ πνευματικῶν κινδύνων πορεία καί ἀναζήτηση, στεκόμαστε γιά ἐνίσχυση καί πνευματική ἀναψυχή, ἐνώπιον τῆς παναγίας μορφῆς τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, τῆς ὁποίας τό φωτοφόρο πρόσωπο καταυγάζει τήν κτίση ὁλόκληρη, καί τό φεγγοβόλο βλέμμα της γαληνεύει καί θεραπεύει τήν τρωθεῖσα ἀπό τά βέλη τοῦ πονηροῦ καρδία μας. 
  ● Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς εἶναι γνωστός ὡς ὑπερασπιστής τῶν ἱερῶς Ἡσυχαζόντων, ἀπό τούς ὁποίους ἐβιώθη ἡ ἐμπειρία τοῦ Ἀκτίστου Φωτός. Αὐτός ὁ πατήρ τῆς Ἐκκλησίας διετύπωσε τήν Θεολογία περί τοῦ Ἀκτίστου Φωτός, καταυγασθείς  τόν νοῦν ταῖς θείαις ἀστραπαῖς.
Αὐτό τό φῶς ἐβίωνε ὁ Ἀδάμ πρό τῆς παρακοῆς, ἀφοῦ μετεῖχε τῆς Θείας ἐλλάμψεως. Αὐτή τήν λαμπρότητα φοροῦσε «ὡς στολήν δόξης» καί «οὐδ’ ἀσχήμων ὑπῆρχεν, ὅτι γυμνός», ἀλλ’ ἦτο ὡραιότερος καί φωτεινότερος καί λαμπρότερος ὅλων ἐκείνων, οἱ ὁποῖοι φέρουν ἐνδύματα κεκοσμημένα μέ χρυσάφι καί λίθους πολυτίμους, κατά τόν ἱερό Γρηγόριο τόν Παλαμᾶ.
Ἡ παράβαση ὅμως καί ἡ παρακοή ἐγύμνωσε τόν ἄνθρωπο καί ὡς ἐκ τούτου ἔχασε τήν φωτεινή καί λαμπρά ἀμφίεσή του. Οἱ Πρωτόπλαστοι, πλέον, αἰσθάνονται τήν γύμνωση καί γεύονται καί βιώνουν τό σκοτάδι τῆς ψυχῆς.
Αὐτή τήν γυμνή ἀνθρώπινη φύση τήν οἰκονόμησε, τήν ἐλέησε καί  τήν ἐφώτισε ὁ Κύριος, ἀφοῦ τήν προσέλαβε καί τήν ἕνωσε μέ τήν Θεία Του φύση, ἀσυγχύτως, ἀτρέπτως, ἀδιαιρέτως καί ἀναλοιώτως.

Πέμπτη 28 Μαρτίου 2013

" Ἀπαθανατίζοντας τό χωριό μας..."








   Ὁ κάμπος τοῦ χωριοῦ μας ὅπως φαίνεται πίσω ἀπό τόν Ἱερό Ναό τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου.


Ἡ ἄνοιξη ἤδη ἄρχισε καί  δίνει τή δική της πινελιά...
 

Ἕνα τμῆμα τοῦ χωριοῦ μας, ὅπως φαίνεται ἀπό τό προαύλιο τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου

Κυριακή 24 Μαρτίου 2013

" 25 ΤΟΥ ΜΑΡΤΙΟῩ ΓΡΑΜΜΕΝΗ ΣΤΑ ΟΥΡΑΝΙΑ "



25 ΤΟΥ ΜΑΡΤΙΟῩ ΓΡΑΜΜΕΝΗ ΣΤΑ ΟΥΡΑΝΙΑ
(Πρός ἀσεβοῦντας στή μνήμη τῶν ἡρώων
καί μαρτύρων τοῦ 1821)

Τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Πατρῶν
                                                                            κ.κ. ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ

            Καθώς γιορτάζομε σήμερα τήν μεγάλη διπλή καί λαμπρή γιορτή τοῦ Εὐαγγελισμοῦ, στεκόμαστε μέ δέος ἐνώπιον τῆς κενώσεως τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος σαρκώνεται, γίνεται δηλαδή ἂνθρωπος, «ἵνα τόν ἄνθρωπον θεόν ἀπεργάσηται».

            Ἀλλά στεκόμαστε καί μέ συγκλονισμό ψυχῆς μπροστά στό μεγαλεῖο τοῦ Γένους μας καί τίς ἡρωικές θυσίες, τούς ἀγῶνες καί τά μαρτύρια ὅλων ἐκείνων, οἱ ὁποῖοι ἔπεσαν στόν βωμό τῆς ἐλευθερίας τῆς Ὀρθοδόξου Πατρίδος μας.

            Μπορεῖ γιά τούς πολλούς οἱ ἐπέτειοι νά εἶναι ἁπλῶς κάποιες γιορτές, κάποια σημεῖα μέσα στό διάβα τοῦ χρόνου, χωρίς βαθύ καί οὐσιαστικό περιεχόμενο. Ἲσως γιά κάποιους τά γεγονότα νά ἔχασαν τήν πνευματική τους χροιά καί τό βαθύ τους νόημα, λόγῳ τῆς ἐκκοσμικεύσεως καί ἀπομακρύνσεως ἀπό τίς πνευματικές μας ρίζες. Ὅμως γιά μᾶς, αὐτές οἱ ἑορτές, σάν αὐτό τό  χιλιοδοξασμένο πανηγύρι τῆς λευτεριᾶς, εἶναι ἡ πεμπτουσία τῆς ὑπάρξεώς μας, εἶναι τό μεδούλι τῆς ζωῆς μας καί τό ὀξυγόνο τῆς πνευματικῆς μας πορείας.

            Ἀφοῦ ἀποτίσωμε φόρο τιμῆς καί εὐγνωμοσύνης σέ ὅλους ἐκείνους οἱ ὁποῖοι ἔπεσαν ὑπέρ πίστεως καί πατρίδος καί ἔγιναν θυμίαμα πυρίκαυστο στό θυμιατήρι τοῦ Γένους,  γιά νά τελεσθῇ τό ἱερό Τρισάγιο, θά ἀναφερθοῦμε σέ κάποια στοιχεῖα, τά ὁποῖα θεωροῦμε ὅτι ἀποτελοῦν τόν βασικό κορμό τῶν ἱερῶν ὑπέρ τῆς πίστεως καί τῆς πατρίδος ἀγώνων. Τοῦτο τό πράττομε ἀφ’ ἑνός μέν γιά τήν ἀνάγκη τῆς διδαχῆς καί ἐπιστηρίξεως τῶν ἡμετέρων, ἀφ’ ἑτέρου δέ ὡς ἀπάντηση σέ ὅλους ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι καιροφυλακτοῦν ὡς ἰοβόλες ἔχιδνες νά χύσουν τό πικρό τους δηλητήριο, κάθε φορά πού βρισκόμαστε μπροστά ἀπό τίς ἐθνικές μας ἐπετείους, συκοφαντῶντας τήν μαρτυρική καί αἱματοβαμμένη πορεία τοῦ Ἔθνους μας. (Κάθε χρόνο ἐπαναλαμβάνουν τά ἴδια, γελοῖα καί ἐμετικά φληναφήματά τους. Πέρυσι κάποιοι μέσω τηλεοπτικῶν σταθμῶν. Ἐφέτος ἄλλοι μέσω κατάπτυστων ἐπιστολῶν πρός  μαθητάς).

            Καί δέν λογαριάζουν οἱ δύστυχοι, ὅτι ἄν δέν ὑπῆρχαν οἱ ἀγῶνες καί οἱ θυσίες τῶν Πανελλήνων ἐκείνης τῆς ἐποχῆς, οὔτε ἐλεύθεροι θά ἦταν, σήμερα, οὔτε στά πόδια τους θά μποροῦσαν νά σταθοῦν, οὔτε λέξη νά ἀρθρώσουν, σάν αὐτές πού ἀσύστολα ἐκστομίζουν κάθε τόσο ἀπό τά ἰοβόλα χείλη τους.

            Ἀρχίζομε λοιπόν τήν διδαχή, ἀφοῦ αὐτό ἐπιτάσσει τό ἱερό μας χρέος ἔναντι τοῦ ἱστορικοῦ παρελθόντος, τοῦ παρόντος, ἀλλά καί τοῦ μέλλοντος τῆς πατρίδος μας.

            Οἱ Ἕλληνες ἀγωνίστηκαν:

1. Ὑπέρ τῆς ἀμωμήτου καί Ὀρθοδόξου ἡμῶν Πίστεως. Ποτέ δέν ἔβαλαν καί τίποτε πάνω ἀπό τήν πίστη στόν ἀληθινό Θεό. Αὐτή ἡ πίστη τούς κράτησε τετρακόσια ὁλόκληρα χρόνια —καί σέ ἄλλες περιοχές, ὅπως στήν Μακεδονία μας λ.χ., ἀκόμη περισσότερα— ὄρθιους, ἀγέρωχους, μέ φρόνημα γενναῖο, μαχητικό καί ἐνθουσιαστικό. Τούς ὅπλισε μέ ὑπομονή καί θάρρος, ὥστε νά μή δειλιάζουν ἐνώπιον παντός κινδύνου, ἀφοῦ ἐγνώριζαν πολύ καλά ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι ὁδίτης, ὁδοιπόρος δηλ. πρός τήν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν.

            Στρατιές ὁλόκληρες Νεομαρτύρων παρελαύνουν ἐνώπιόν μας, σέ μιά μαρτυρική πορεία πρός τήν Ἀνάσταση καί τήν δόξα. Καί εἶναι ἄνθρωποι κάθε ἡλικίας καί κοινωνικῆς καταστάσεως. Ὅλοι τους ἀκολούθησαν τούς πρώτους Μάρτυρες τῆς ὀρθρινῆς περιόδου τῆς Ἐκκλησίας μας, ἑλκυσθέντες στόν ἱερό ἀγῶνα καί ἀπό τήν ἀγωνιστική φλόγα τοῦ μάρτυρα τελευταίου Αὐτοκράτορα καί γενναίου ὑπερασπιστοῦ τῆς Βασιλίδος τῶν Πόλεων.

            Εἶναι Πατριάρχες, Ἀρχιερεῖς, Ἱερεῖς, Μοναχοί καί Μοναχές, νέοι καί νέες, παιδιά ἀμούστακα, γραμματισμένοι καί ἀγράμματοι. Ὅλοι τους σέρνουν τόν αἱματωμένο χορό ἐλευθερίας καί ἀνεβαίνουν στόν οὐρανό ὡς ἀκοίμητοι πρέσβεις πρός τόν Θεό ὑπέρ τῆς Ὀρθοδόξου Ἑλληνικής Πατρίδος.

            Ποιός μπορεῖ νά ἀμφισβητήσῃ ὅτι σειρά ὁλόκληρη Πατριαρχῶν σφαγιάσθηκαν ἤ ἀπαγχονίσθηκαν, πλειάς Ἀρχιερέων καί χιλιάδες ἂλλων κληρικῶν, μοναχῶν καί λαϊκῶν, ἔπεσαν ἀπό τά χέρια τῶν ἀπίστων τυράννων κατά τήν διάρκεια τῆς πικρῆς σκλαβιᾶς; Τό μαρτυρεῖ ἡ κλειστή πύλη τοῦ Πατριαρχείου, ὁ Ζαχαρίας ἀπό τήν Ἄρτα, πού μαρτύρησε στήν πόλη τῶν Πατρῶν, οἱ παιδομάρτυρες Χριστόδουλος καί Ἀναστασία, ὁ Παῦλος ἀπό τό Σοπωτό, γιά νά μνημονεύσω τούς δικούς μας μάρτυρες ἐνδεικτικά, ἀλλά καί τόσοι ἄλλοι.

            Ποιός μπορεῖ νά μή γονατίσῃ μπροστά στόν ἡρωισμό τοῦ Ἀχαιοῦ (ἀπό τήν Ζουμπάτα Πατρῶν) Δέρκων Γρηγορίου καί τῶν ἄλλων Ἀρχιερέων τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου, ἤ στό δρᾶμα τῶν ἱερῶν σφαγίων, Ἀρχιερέων καί Προκρίτων τῆς φοβερῆς εἰρκτῆς τῆς Τριπολιτσᾶς; Ποιός δέν συγκλονίζεται μπροστά στόν μαχητικό ἐνθουσιασμό τοῦ Παπαφλέσσα, τόν οἶστρο τοῦ Ἐθνεγέρτου Παλαιῶν Πατρῶν Γερμανοῦ, τήν θυσία τοῦ Διάκου στήν Ἀλαμάνα, τοῦ Ἰωσήφ Ρωγῶν, τοῦ Σαλώνων Ἠσαΐα, τοῦ Σαμουήλ στό Κούγκι καί τόσων ἄλλων;  Αὐτόν τόν ὑπέρ τῆς Πίστεως ἱερό ἀγώνα τόν μαρτυρεῖ τό Ἅγιο Ποτήριο στήν Ἐπάνω Χρέπα, ἀπό τό ὁποῖο ἐκοινώνησαν ὁ Κολοκοτρώνης καί τά παλληκάρια του, λίγο πρίν τήν ἀπελευθέρωση τῆς Τριπολιτσᾶς, ἀνήμερα τοῦ Σταυροῦ, τό 1821. Πόσα ἄλλα περιστατικά θά μπορούσαμε νά ἀναφέρομε...!

2. Ὑπέρ τῆς Πατρίδος, τήν ὁποίαν ἐθεώρησαν καί δικαίως «πατρός τε καί μητρός καί τῶν ἄλλων προγόνων ἁπάντων τιμιώτερον καί σεμνώτερον καί ἁγιώτερον», καί ὑπέρ τῆς ὁποίας ἔχυσαν ποταμούς αἱμάτων, ποτίζοντες τό δένδρο τῆς Ἐλευθερίας γιά νά βλαστήσῃ καί νά καρποφορήσῃ, ὥστε σήμερα ἐμεῖς, ἕνεκα τῶν ἡρωικῶν παλαισμάτων καί θυσιῶν ἐκείνων, νά ζοῦμε καί νά κινούμεθα ἐλεύθεροι, μέσα σέ μιά πολιτισμένη χώρα.

Ἡ στεριά καί ἡ θάλασσα, τά βουνά καί οἱ κάμποι, ὅ,τι μαρτυροῦσε Ἑλλάδα, ἦταν γιά τούς μαρτυρικούς προγόνους μας, πού ζοῦσαν ὑπό  τόν τούρκικο ζυγό, ὑπόθεση ἀγώνων καί θυσιῶν.

            Ἀγάπησαν τό Ἔθνος τους, ὑπερασπίστηκαν τά ἅγια χώματά του, ἐπρομάχησαν καί προκινδύνευσαν γιά κάθε σπιθαμή τῆς Ἑλληνικῆς γῆς, ἀφοῦ ἔβλεπαν τήν λαίλαπα τῶν ἀπίστων νά μολύνῃ ὄχι μόνο τά πατρῷα ἐδάφη, ἀλλά νά ἐπιθυμῇ τήν προέλαση καί πρός τήν ὑπόλοιπη Εὐρώπη. Ἴσως ἐλάχιστοι ἔχουν ἐκτιμήσει τήν μεγάλη αὐτή προσφορά τῆς Ἑλλάδος πρός τήν Δύση, ἀφοῦ ὕψωσε τεῖχος ἐπί ὁλόκληρους αἰῶνες, γιά νά σταματήσῃ τίς ὀρδές τῶν ἐξ ἀνατολῶν βαρβάρων, πρός τόν εὐρωπαϊκό χῶρο. Καί ὅμως, γιά νά εἴμαστε ἐπίκαιροι, ἀντί εὐγνωμοσύνης ἡ χώρα μας ἀπολαμβάνει τήν ἀχαριστία καί τήν καταφρόνια γιά μιά ἀκόμη φορά. Ἰσχύει δυστυχῶς καί στήν περίπτωση αὐτή τό, «ἀντί τοῦ μάννα χολήν, ἀντί τοῦ ὕδατος ὄξος».      

3. Γιά τήν γλῶσσα τους καί τήν παράδοσή τους. Ἦταν τόση ἡ ζέση ψυχῆς, καμίνι φλεγόμενο ἡ καρδιά τους, πού κατόρθωσαν    —παρά τήν ἀντίθετη ἄποψη ὅσων ἀσελγοῦν στό ὄνομα τῆς ἀληθείας καί ἐπί τῶν αἱμάτων τῶν ἡρωικῶν προγόνων μας— κατόρθωσαν λέγω, χωρίς σχολειά καί ὀργανωμένη παιδεία, παίζοντες στήν κυριολεξία τό κεφάλι τους, μέσα ἀπό τό Κρυφό Σχολειό, πού εἶναι μιά τρανή πραγματικότης, κάτω ἀπό τήν ἄγρυπνη μέριμνα καί πάλι τῆς στοργικῆς μάνας, τῆς Ἐκκλησίας, νά διατηρήσουν τήν Ἑλληνική γλῶσσα, τά ἤθη τους καί τήν παράδοσή τους. (Ἀνάλογα μέ τούς Τούρκους ἀγάδες καί τίς περιοχές, καθ’ ὅλο τό διάστημα τῆς πικρῆς σκλαβιᾶς ἀντιμετώπιζαν τά Ἑλληνόπουλα φρικτές δυσκολίες γιά νά μάθουν ἔστω καί λίγα γράμματα).  

Κάθε φορά πού κάποιος λοξοδρομοῦσε πρός τούς ἀπίστους, ἐθεωρεῖτο νεκρός γιά τούς δικούς του, γιά τούς ἀγωνιστές τῆς πίστεως καί τῆς λευτεριᾶς. «Γιατί Ἀντώνα φόρεσες μαῦρα;» ρωτοῦσαν τήν μητέρα τοῦ μετά ταῦτα Νεομάρτυρος Παύλου στό Σοπωτό τῶν Καλαβρύτων. «Γιατί ὁ Παναγιώτης μου πέθανε», ἀπαντοῦσε ἐκείνη. Στήν πραγματικότητα ὁ Παναγιώτης εἶχε τουρκέψει.

·        Γιά ὅλα ὅσα ἀναφέραμε παραπάνω, οἱ ἥρωες καί μάρτυρες

πρόγονοί μας,  ἀγωνίστηκαν ἑνωμένοι.

Δυστυχῶς κάποιοι ἀνεγκέφαλοι, παραχαράκτες τῆς ἱστορίας, θέλησαν κατά καιρούς νά παρουσιάσουν τήν Ἐπανάσταση τοῦ ’21 ὡς ἕνα ταξικό κίνημα ἐναντίον τῆς «ἄρχουσας», κατ’ αὐτούς, τάξης. Κατέφυγαν δέ ὁρισμένοι στό ἔργο, ἀνωνύμου τινός, ἐπιγραφόμενο “Ἑλληνική Νομαρχία”, προκειμένου νά στηρίξουν τίς ἀστήρικτες πεποιθήσεις τους καί νά δώσουν ὑπόσταση στίς ὅποιες ἀνυπόστατες ἀπόψεις τους, πού εἶχαν ἤ ἔχουν ἰδεολογικό χρωματισμό καί προσανατολισμό.

Ὅμως ἔστω καί ἄν δέν θέλει ὁποιοσδήποτε νά πεισθῇ μέ ὅσα ἐμεῖς κηρύττομε, «τοῖς τῶν μαρτυρικῶν ἡρώων προγόνων μας  ρήμασι καί ταῖς θυσίαις πειθόμενοι», καί ἄν τούς μεταγενεστέρους τῶν ἀγωνιστῶν ἱστορικούς ἤθελε νά διαψεύσῃ, ἄς ἀκούσῃ ἐκείνους πού ἔζησαν τά γεγονότα καί ἔχουν τό ἀδιαμφισβήτητο δικαίωμα νά ὁμιλοῦν πρῶτοι, στεντορείᾳ τῇ φωνῇ, διαψεύδοντες τούς ἀσεβοῦντας ἐπί τῆς ἱστορικῆς πραγματικότητος.

Σωρείαν ὅλην θά ἠδυνάμεθα νά παραθέσωμε μαρτυριῶν τῶν αὐτοπτῶν μαρτύρων κατά τούς ἡρωικούς ἀγῶνες τῆς Ἐθνικῆς μας Παλιγγενεσίας, ἀλλά μόνο δύο ἄς ἀκούσωμε σήμερα, τῆς λευτεριᾶς σταυραητούς καί μάρτυρες ἀδιάψευστους.

Ὁ πρῶτος ἀκούει στό ὄνομα Γερμανός. Εἶναι τό δικό μας καύχημα καί κλέος —ὁποία εὐλογία!— ὁ λεοντόκαρδος Δεσπότης τῆς Πάτρας, τοῦ ὁποίου ὁ ἀνδριάς κοσμεῖ τήν ὡραία καί Ἀποστολική μας πόλη, στήν Πλατεία τῶν Ὑψηλῶν Ἀλωνίων.
 

Ὁ μέγας αὐτός Ἱεράρχης, στήν διακήρυξή του πρός τόν Κλῆρο καί τούς Πιστούς τῆς Πελοποννλήσου, πού ἐκφωνήθηκε στό λίκνο τῆς ἐλευθερίας, στήν Ἱερά Μονή τῆς Ἁγίας Λαύρας Καλαβρύτων, λέγει μέ τήν γενναία πατριωτική φωνή του: 

«Πολυαγαπημένοι μας δελφοί, Κύριος, ποος τιμώρησε (ἐνν. διά τῆς ὑποδουλώσεως στόν κατακτητή) τούς πατέρας μας καί τά τέκνα των, σς ναγγέλλει διά το στόματός μου τό τέλος τν μερν τν δακρύων καί τν δοκιμασιν. φωνή Του επε τι θά εσθε στέφανος τοῦ κάλλους Του καί τό διάδημα τς Βασιλείας Του. γία Σιν δέν θά παραδοθ πλέον ες τήν ρήμωσιν. ναός το Κυρίου, ποος βεβηλώθη, σάν νας θλιος χρος, τά σκεύη τς δόξης, τά ποα σύρθηκαν ες τόν βορκον, θά γίνουν καταιγίς! βυσσος τήν βυσσον πικαλεται,  παλαιόθεν εσπλαγχνία το Κυρίου θ πισκιάσ τόν Λαόν Του. φυλή τν Τούρκων περέβη τό μέτρον τν νομιν, ρα τοῦ καθαρμο φθασε, συμφώνως πρός τόν λόγον το Αωνίου: «νά πετάξς ξω, νά διώξς, τόν σκλάβον καί τόν υόν του» (Γενεσ. 21,10). Ν εσθε, λοιπόν, γαπημένοι, γένος τν λλήνων, φυλ λληνική, δύο φορς δοξασμένοι πό τούς Πατέρες σας, πλισθτε μέ τόν ζλον το Θεο, καστος ξ μν ς ζωσθ τήν ομφαίαν του, διότι εναι προτιμώτερον νά ποθάν τις μέ τά πλα νά χερας, παρ νά καταισχύν τά ερά τς Πίστεώς του καί τήν Πατρίδα του. μπρός λοιπόν «διαῤῥήξωμεν τούς δεσμούς ατν καί ποῤῥίψωμεν φ᾿ μν τόν ζυγόν ατν» (Ψαλμ. 2,3), διότι εμεθα ο κληρονόμοι το Θεο καί ο συγκληρονόμοι το ησο Χριστο.

Ο λλοι, καί χι μες ο ερωμένοι, θά σς μιλήσουν διά τήν δόξαν τν προγόνων σας. γώ μως θά σς παναλάβω τό νομα το Θεο, πρός τόν ποον φείλομεν γάπην σχυροτέραν καί π τν θάνατον.

Αριον, κολουθοντες τόν Σταυρόν, θά βαδίσωμεν πρός ατήν τήν πόλιν τν Πατρν, τς ποίας γ εναι γιασμένη πό τό αμα το νδόξου Μάρτυρος ποστόλου γίου νδρέου. Κύριος θά κατονταπλασιάσ τό θάῤῥος σας. να δ προστεθον ες μς α ναγκααι δι νά ναζωογονηθτε δυνάμεις, σς παλλάσσω πό τήν νηστείαν τς Τεσσαρακοστς, τήν ποίαν τηρομεν.

Στρατιται το Σταυρο, ὅ,τι καλεσθε νά περασπισθτε, εναι ατό τοτο τό θέλημα το Ορανο. Ες τ νομα το Πατρός καί το Υο καί το γίου Πνεύματος νά εσθε ελογημένοι καί συγκεχωρημένοι πά πάσας τάς μαρτίας σας».

Σάββατο 23 Μαρτίου 2013

" ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ "



  
Ὁμιλία τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Πατρῶν 
  κ.κ. ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ

            Σήμερα, κατά τήν λαμπρά ἡμέρα τῆς Ὀρθοδοξίας, ἑορτάζομε τήν νίκη τῆς ἀληθείας ἐναντίον τοῦ ψεύδους, τόν θρίαμβο τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ ἐναντίον τῆς πλάνης καί τῶν αἱρέσεων πού κατά καιρούς ταλαιπώρησαν τό σῶμα τοῦ Κυρίου. Ὑψώνομε τίς πανσεβάσμιες εἰκόνες, προσκυνοῦντες τήν πανακήρατη τοῦ Δεσπότου Χριστοῦ μορφή καί τιμῶντες τούς Ἁγίους ἐν εἰκονίσμασι, διακηρύττοντες κατ’ αὐτόν τόν τρόπο καί τήν θεοειδῆ ἀξία τοῦ κατ’ εἰκόνα Θεοῦ δημιουργηθέντος ἀνθρώπου.

Μέ  αὐτή τήν λαμπρά πανηγυρική εὐκαιρία καί ἑορτή, ἐπαναλαμβάνομε σύμφωνα μέ τό ἱερό Συνοδικό τῆς Ὀρθοδοξίας:

«Ο Προφται ς εδον, ο πόστολοι ς δίδαξαν, κκλησία ς παρέλαβεν, ο Διδάσκαλοι ς δογμάτισαν, Οκουμένη ς συμπεφώνηκεν, χάρις ς λαμψεν, λήθεια ς ποδέδεικται, τ ψεδος ς πελήλαται, σοφία ς παρρησιάσατο, Χριστς ς βράβευσεν, οτω φρονομεν, οτω λαλομεν, οτω κηρύσσομεν...» ὅτι:

1.Ἕνας εἶναι ὁ ἀληθινός Θεός, ὁ ἐν Τριάδι προσκυνούμενος, Πατήρ, Υἱός καί Πανάγιον Πνεῦμα.

Ὁ Θεός, πού εἶναι «ἡ ὁδός, ἡ ἀλήθεια καί ἡ ζωή» ( ),    ἐδημιούργησε τόν σύμπαντα κόσμο, καί τόν ἀνεδημιούργησε μέ τήν κένωσή του καί τήν ἐνανθρώπιση τοῦ δευτέρου προσώπου τῆς Παναγίας Τριάδος, ἐκ Πνεύματος Ἁγίου καί ἐκ τῆς ἀειπαρθένου Μαρίας. Ὁ ἐνανθρωπήσας Θεός ἔπαθε ὡς ἄνθρωπος, κατῆλθε μέχρις Ἅδου ταμείων καί ἀνέστη ἐκ νεκρῶν, συναναστήσας παγγενῆ τόν Ἀδάμ ὡς φιλάνθρωπος. Αὐτός ὁ Κύριός μας ἀνελήφθη εἰς Οὐρανούς καί ἐλεύσεται ἐν δόξῃ, κρῖναι ζῶντας καί νεκρούς.

Κάθε ἄλλη διδασκαλία ἀποτελεῖ αἵρεση, ἡ ὁποία κατεδικάσθη ἀπό τήν ἁγία μας Ἐκκλησία ὡς ἑτεροδιδασκαλία, ἀφοῦ δέν ἀποδέχεται τήν ἀπό τόν ἴδιο τόν Θεό ἀποκεκαλυμμένη ἀλήθεια. Οἱ ἀγῶνες τῶν Ἁγίων Πατέρων καί διδασκάλων, τῶν ὁμολογητῶν καί μαρτύρων, τῶν ὁσίων καί πάντων τῶν προμάχων τῆς ἀληθοῦς καί ὀρθοδόξου ἡμῶν πίστεως, εἶχαν ὡς σκοπό τήν διάσωση τῆς μιᾶς καί σωζούσης τόν ἄνθρωπο πίστεως περί τοῦ ἑνός καί μόνου ἀληθινοῦ Θεοῦ. Σέ μιά ἐποχή πού καταβάλλεται προσπάθεια ἐπιβολῆς τοῦ πνεύματος τοῦ συγκρητισμοῦ καί τῆς πανθρησκείας, πού ζητάει νά ἰσοπεδώσῃ τά πάντα, διεισδύοντας σέ σχολεῖα, πανεπιστήμια καί γενικώτερα στήν ζωή τοῦ ἀνθρώπου μέ ὕπουλο τρόπο, ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία ἐπιμένει στήν διδασκαλία περί τοῦ προσωπικοῦ Θεοῦ, ὡς ἐτυπώθη στό ἁγιώτατο Σύμβολο τῆς Πίστεως, σύμφωνα μέ τίς Ἀποφάσεις τῶν Ἁγίων καί Οἰκουμενικῶν Συνόδων.

2. Ὁ ἄνθρωπος εἶναι τό θεῖον δημιούργημα, τό ὁποῖο ἐπλαστουργήθη κατ’ εἰκόνα καί καθ’ ὁμοίωσιν Θεοῦ.

Παράλληλα μέ τήν ἀποτύπωση τῆς μιᾶς ἀληθείας  περί τοῦ ἑνός, ἀληθινοῦ καί παντοδυνάμου Θεοῦ, οἱ Πατέρες μέσα ἀπό τούς ἱερούς ἀγῶνες καί τούς ὑπέρ τῆς Ὀρθοδοξίας καμάτους, διέσωσαν τήν εἰκόνα τοῦ θεοειδοῦς δημιουργήματος τοῦ Θεοῦ, τοῦ ἀνθρώπου δηλαδή, γιά τόν ὁποῖο ἡ Ἁγία Γραφή ἀναφέρει χαρακτηριστικά: «ἠλάττωσας αὐτόν βραχύ τί παρ’ ἀγγέλους, δόξῃ καί τιμῇ ἐστεφάνωσας αὐτόν·  καί κατέστησας αὐτόν ἐπί τά ἔργα τῶν χειρῶν σου, πάντα ὑπέταξας ὑποκάτω τῶν ποδῶν αὐτοῦ...» (Ψαλμ. η’).   

Τό ρηθέν ὑπό τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου, «τό γάρ ἀπρόσληπτον, ἀθεράπευτον· ὅ δέ ἥνωται τῷ Θεῷ, τοῦτο καί σῴζεται» (Ἐπιστ. ρα’. 32), δηλώνει ὅλη τήν ἀλήθεια περί τῆς σαρκωμένης ἀγάπης, περί τοῦ μανικοῦ ἔρωτος τοῦ Θεοῦ (Ἅγιος Νικόλαος Καβάσιλας) γιά τήν σωτηρία τῆς ἀνθρωπίνης ψυχῆς καί γιά τήν ἀθανασία τοῦ ἀνθρώπου, ἀφοῦ σκοπός τῆς δημιουργίας του εἶναι τό καθ’ ὁμοίωσιν Θεοῦ.

Σέ ἐποχές ἐκπτώσεως τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου, μειώσεως τῆς θεοειδοῦς ἀνθρωπίνης ἀξίας καί ρατσιστικῶν διακρίσεων, ἡ Ἐκκλησία ὕψωσε καί ὑψώνει τήν φωνή της, ἀγωνιζομένη ἐναντίον τῆς βίας, τῆς ἀπανθρωπίας, τῆς πνευματικῆς ἀλλά καί σωματικῆς δουλείας, πού ὑποβιβάζουν τόν ἄνθρωπο σέ «res», σέ πρᾶγμα δηλαδή καί σέ σκεῦος ἡδονῆς καί συμφεροντολογικῆς ἐκμεταλλεύσεως.